- καλαμογραφία
- καλαμογραφία και καλαμογραφίη, ἡ (Α)το γράψιμο που γινόταν με τον κάλαμο, με τη γραφίδα.[ΕΤΥΜΟΛ. < κάλαμος + -γραφία (< -γράφος*), πρβλ. βιβλιο-γραφία, νομο-γραφία].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
καλαμογραφίης — καλαμογραφία writing with a reed fem gen sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
-γραφία — β συνθετικό θηλ. ουσιαστικών τής αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής από τα οποία τα περισσότερα προέρχονται από αντίστοιχα σύνθετα σε γράφος* και δηλώνουν: α) τρόπο γραφής ή εκτυπώσεως (πρβλ. δακτυλογραφία, στενογραφία κ.ά.) β) είδος… … Dictionary of Greek
κάλαμος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν γιος του ποταμού Μαιάνδρου και φίλος μίας των Ωρών και του Καρπού, γιου του Ζέφυρου. Όταν κάποια μέρα, ενώ κολυμπούσαν και οι τρεις στα νερά του Μαιάνδρου, ο Καρπός πνίγηκε, ο Κ. ζήτησε από τον πατέρα του vα ακολουθήσει … Dictionary of Greek
καλαμογραφή — καλαμογραφή, ἡ (Μ) γράψιμο με κάλαμο, με γραφίδα. [ΕΤΥΜΟΛ. < κάλαμος + γραφή [πρβλ. και αρχ. καλαμογραφία)] … Dictionary of Greek